Αμερικανοί ερευνητές τοποθέτησαν εμφυτεύματα στον εγκέφαλο μιας παράλυτης γυναίκας. Τα εμφυτεύματα βοήθησαν την ασθενή να ελέγξει με νοητικές εντολές ένα ρομποτικό χέρι. Το ρομποτικό χέρι ακολουθούσε τις εντολές της ασθενούς, έπιανε και μετακινούσε αντικείμενα, όπως θα το έκανε και η ίδια αν κουνούσε τα χέρια της.
Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει αρκετές ερευνητικές προσπάθειες στον συγκεκριμένο τομέα αλλά αυτή, σύμφωνα με τους ειδικούς, φαίνεται ότι είναι η πιο ελπιδοφόρα αφού τόσο η «συνεργασία» ανάμεσα στην ασθενή και το ρομποτικό χέρι όσο και οι ικανότητες του ρομποτικού χεριού πλησιάζουν περισσότερο από ποτέ τις πραγματικές.
Η μέθοδος
Στην 53χρονη σήμερα Τζαν Σόιερμαν διαγνώστηκε πριν από 13 χρόνια μια ασθένεια η οποία προοδευτικά την κατέστησε παράλυτη από τον λαιμό και κάτω. Πιο συγκεκριμένα η ασθενής πάσχει από εκφύλιση της σπονδυλικής στήλης και της παρεγκεφαλίδας.
Ερευνητές του Πανεπιστημίου του Πίτσμπουργκ τοποθέτησαν στον κινητικό φλοιό του εγκεφάλου της δύο αισθητήρες. Ο κινητικός φλοιός εμπλέκεται στον σχεδιασμό, στην εκτέλεση και στον έλεγχο των κινήσεων. Κάθε αισθητήρας περιέχει εκατοντάδες μικροσκοπικές βελόνες οι οποίες συλλέγουν την ηλεκτρική δραστηριότητα (ηλεκτρικούς παλμούς) από 200 εγκεφαλικά κύτταρα. Οι παλμοί αυτοί μεταφράζονται στη συνέχεια σε εντολές στο ρομποτικό χέρι. Η ασθενής μετά από 48 ώρες εκπαίδευσης άρχισε να «επικοινωνεί» με το ρομποτικό χέρι και μετά από 3 μήνες είχε αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο του.
Η πιο πρόσφατη δημοσίευση σε αυτόν τον ερευνητικό τομέα είχε γίνει τον περασμένο Μάιο στην επιθεώρηση «Nature». Ερευνητές του Ινστιτούτου για τις Επιστήμες του Εγκεφάλου στο Πανεπιστήμιο Μπράουν είχαν περιγράψει την περίπτωση μιας 58χρονης γυναίκας που είχε μείνει παράλυτη μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο. Οι ερευνητές είχαν εμφυτεύσει ένα τσιπ στον εγκέφαλο της ασθενούς το οποίο της επέτρεπε να ελέγχει νοητικά έναν ρομποτικό βραχίονα. Ωστόσο το επίπεδο του ελέγχου δεν ήταν στον ίδιο βαθμό με αυτόν που επιτεύχθηκε με την εμφύτευση των αισθητήρων στον εγκέφαλο της 53χρονης.
Τα επόμενα βήματα
«Ο συντονισμός, η επιδεξιότητα και η ταχύτητα των κινήσεων προσομοιάζουν με ενός υγιούς ατόμου» αναφέρουν οι ερευνητές στο άρθρο τους που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Lancet». «Η επικοινωνία της ασθενούς με το ρομποτικό χέρι έχει ομαλότητα, σταθερότητα και λειτουργικότητα σε επίπεδο τέτοιο που δεν έχει παρουσιαστεί ποτέ άλλοτε μέχρι σήμερα σε αυτόν τον τομέα. Είναι πιστεύω μια πειστική απόδειξη ότι αυτή η τεχνολογία μπορεί να αποτελέσει θεραπεία για άτομα που έχουν τραυματιστεί στη σπονδυλική στήλη. Θα μπορούν με τη συγκεκριμένη τεχνολογία να αποκτήσουν ένα σημαντικό επίπεδο αυτονομίας» αναφέρει ο καθηγητής Αντριου Σβαρτζ, μέλος της ερευνητικής ομάδας.
Οι ερευνητές θα προσπαθούν τώρα να προσαρμόσουν το ρομποτικό χέρι στο αναπηρικό αμαξίδιο της ασθενούς ώστε να μπορεί να το χρησιμοποιεί στην καθημερινότητά της. Κάνουν επίσης προσπάθεια να βελτιώσουν την τεχνολογία του ρομποτικού χεριού ώστε να αποκτήσει τη μέγιστη δυνατή αίσθηση της αφής. Πολλοί ειδικοί κάνουν λόγο για «αξιοσημείωτο επίτευγμα». Πηγή: tovima.gr
Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει αρκετές ερευνητικές προσπάθειες στον συγκεκριμένο τομέα αλλά αυτή, σύμφωνα με τους ειδικούς, φαίνεται ότι είναι η πιο ελπιδοφόρα αφού τόσο η «συνεργασία» ανάμεσα στην ασθενή και το ρομποτικό χέρι όσο και οι ικανότητες του ρομποτικού χεριού πλησιάζουν περισσότερο από ποτέ τις πραγματικές.
Η μέθοδος
Στην 53χρονη σήμερα Τζαν Σόιερμαν διαγνώστηκε πριν από 13 χρόνια μια ασθένεια η οποία προοδευτικά την κατέστησε παράλυτη από τον λαιμό και κάτω. Πιο συγκεκριμένα η ασθενής πάσχει από εκφύλιση της σπονδυλικής στήλης και της παρεγκεφαλίδας.
Ερευνητές του Πανεπιστημίου του Πίτσμπουργκ τοποθέτησαν στον κινητικό φλοιό του εγκεφάλου της δύο αισθητήρες. Ο κινητικός φλοιός εμπλέκεται στον σχεδιασμό, στην εκτέλεση και στον έλεγχο των κινήσεων. Κάθε αισθητήρας περιέχει εκατοντάδες μικροσκοπικές βελόνες οι οποίες συλλέγουν την ηλεκτρική δραστηριότητα (ηλεκτρικούς παλμούς) από 200 εγκεφαλικά κύτταρα. Οι παλμοί αυτοί μεταφράζονται στη συνέχεια σε εντολές στο ρομποτικό χέρι. Η ασθενής μετά από 48 ώρες εκπαίδευσης άρχισε να «επικοινωνεί» με το ρομποτικό χέρι και μετά από 3 μήνες είχε αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο του.
Η πιο πρόσφατη δημοσίευση σε αυτόν τον ερευνητικό τομέα είχε γίνει τον περασμένο Μάιο στην επιθεώρηση «Nature». Ερευνητές του Ινστιτούτου για τις Επιστήμες του Εγκεφάλου στο Πανεπιστήμιο Μπράουν είχαν περιγράψει την περίπτωση μιας 58χρονης γυναίκας που είχε μείνει παράλυτη μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο. Οι ερευνητές είχαν εμφυτεύσει ένα τσιπ στον εγκέφαλο της ασθενούς το οποίο της επέτρεπε να ελέγχει νοητικά έναν ρομποτικό βραχίονα. Ωστόσο το επίπεδο του ελέγχου δεν ήταν στον ίδιο βαθμό με αυτόν που επιτεύχθηκε με την εμφύτευση των αισθητήρων στον εγκέφαλο της 53χρονης.
Τα επόμενα βήματα
«Ο συντονισμός, η επιδεξιότητα και η ταχύτητα των κινήσεων προσομοιάζουν με ενός υγιούς ατόμου» αναφέρουν οι ερευνητές στο άρθρο τους που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Lancet». «Η επικοινωνία της ασθενούς με το ρομποτικό χέρι έχει ομαλότητα, σταθερότητα και λειτουργικότητα σε επίπεδο τέτοιο που δεν έχει παρουσιαστεί ποτέ άλλοτε μέχρι σήμερα σε αυτόν τον τομέα. Είναι πιστεύω μια πειστική απόδειξη ότι αυτή η τεχνολογία μπορεί να αποτελέσει θεραπεία για άτομα που έχουν τραυματιστεί στη σπονδυλική στήλη. Θα μπορούν με τη συγκεκριμένη τεχνολογία να αποκτήσουν ένα σημαντικό επίπεδο αυτονομίας» αναφέρει ο καθηγητής Αντριου Σβαρτζ, μέλος της ερευνητικής ομάδας.
Οι ερευνητές θα προσπαθούν τώρα να προσαρμόσουν το ρομποτικό χέρι στο αναπηρικό αμαξίδιο της ασθενούς ώστε να μπορεί να το χρησιμοποιεί στην καθημερινότητά της. Κάνουν επίσης προσπάθεια να βελτιώσουν την τεχνολογία του ρομποτικού χεριού ώστε να αποκτήσει τη μέγιστη δυνατή αίσθηση της αφής. Πολλοί ειδικοί κάνουν λόγο για «αξιοσημείωτο επίτευγμα». Πηγή: tovima.gr