Κάθε χρόνο, 1,6 εκατομμύρια άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους από εγκληματικές πράξεις βίας, η οποία θα μπορούσε να οριστεί γενικά ως χρησιμοποίηση της δύναμης του βιαιοπραγούντος για την επιβολή της θέλησής του σε άλλους. Γιατί λοιπόν μερικοί εκφράζουν τα αντικοινωνικά χαρακτηριστικά της βίας, ενώ άλλοι όχι; Είναι η αποκλίνουσα αυτή συμπεριφορά στο «αίμα» τους, στα γονίδιά τους δηλαδή, που τους κάνει επιρρεπείς; Μήπως φταίει η ανατροφή/ διαπαιδαγώγηση, το περιβάλλον δηλαδή, ή και τα δύο; Υπάρχει συναφής αξιόλογη επιστημονική αλήθεια; Μπορεί η γνώση της γενετικής έρευνας και οι γνωσιακές επιστήμες να απαντήσουν μέσω της επιστημονικής κατανόησης της πραγματικότητας, απαλλαγμένης από ρατσιστικές εκτροπές;
Μια πρώτη σύνδεση, από το 1965, γενετικών-χρωμοσωματικών ανωμαλιών και βίας βασίστηκε στη συσχέτιση ατόμων XYY με αντικοινωνικές συμπεριφορές - σήμερα θεωρείται λαθεμένη. Μια πρώτη λοιπόν γενική προσέγγιση-προαπαίτηση αφορά την ανάδειξη του συντελεστή κληρονομησιμότητας της βίας, δηλαδή του μέρους εκείνου το οποίο εξαρτάται από τις γενετικές διαφορές μεταξύ των ατόμων - πρόσθετη προσέγγιση αφορά την ανίχνευση ενόχων «πολεμικών» γονιδίων και των μοριακών μηχανισμών τους. Σχετικές έρευνες βασίζονται επίσης στη μελέτη διδύμων και υιοθετημένων παιδιών.
Ζώα βίαια και... πιο βίαια
Σημαντικές είναι όμως και οι γενετικές μελέτες σε πειραματόζωα-μοντέλα, καθώς η βιοηθική θέαση τέτοιων ερευνών στον άνθρωπο προκαλεί έντονες αντιπαραθέσεις, λόγω ανεπαρκών ενδείξεων και αβασάνιστων γενικεύσεων, αλλά και μακρόχρονης παλαιότερης σύνδεσης της Γενετικής της Συμπεριφοράς με τον ρατσισμό και την ευγονική. Στο πλαίσιο αυτό εκτυλίσσονται πειράματα τεχνητής επιλογής σε πτηνά, σκύλους, ψάρια, ποντίκια κ.ά. και έχουν οδηγήσει στη δημιουργία στελεχών, στην επιλογή δηλαδή γονιδίων, που διαμορφώνουν μια πιο βίαιη συμπεριφορά. Με μία άλλη ερευνητική προσέγγιση, δημοσιευθείσα πρόσφατα στο «Nature», αποκαλύφθηκε ότι σε ένα είδος μυρμηγκιού υπάρχει ένας γενετικός πολυμορφισμός που ελέγχεται από το γονίδιο Gp-9, το οποίο προκαλεί κοινωνικό πολυμορφισμό, επηρεάζει δηλαδή την κοινωνική οργάνωση της αποικίας - το γονίδιο αυτό κληρονομείται μεντελικά και καθορίζει το αν οι «εργάτες/ιες» ανέχονται μία μόνο γονιμοποιημένη βασίλισσα ή περισσότερες.
Το ανθρώπινο «βίαιο» γονίδιο
Επανερχόμενοι στα καθ' ημάς, μια σύνδεση ενός συγκεκριμένου γενοτύπου και προδιάθεσης στη βία άρχισε να αποκαλύπτεται από τη δεκαετία του 1990, συνδεόμενη με το σύνδρομο Brunner. Το σχετικό ενδιαφέρον άρχισε να αναζωπυρώνεται το 2002 μέσω μιας έρευνας δημοσιευμένης στο Science, που αφορά το γονίδιο MAO-A, το οποίο ελέγχει τη σύνθεση του ενζύμου ΜονοΑμινική Οξειδάση Α που διασπά τη σεροτονίνη στον εγκέφαλο - μόριο που επηρεάζει τη διάθεσή μας και συνδέεται με το άγχος. Το εν λόγω γονίδιο, η έκφραση του οποίου επηρεάζεται από το περιβάλλον, βρέθηκε να έχει δύο αλληλόμορφα, τα οποία μορφοποιούνται από τον διαφορετικό αριθμό στενά συνδεδεμένων επαναλήψεων ορισμένων νουκλεοτιδίων στη ρυθμιστική περιοχή του.
Το αλληλόμορφο MAO-A-L προκαλεί χαμηλή δραστικότητα του ενζύμου, ενώ το MAO-A-H υψηλή, με αντίστοιχη αντανάκλαση υψηλής ή χαμηλής ενδοκυτταρικής συγκέντρωσης σεροτονίνης στον εγκέφαλο. Το MAO-A-L συνδέεται όλο και περισσότερο με την εκδήλωση αντικοινωνικής συμπεριφοράς - ρυθμίζει διάφορα χημικά μηνύματα τα οποία διακινούνται μεταξύ των νευρώνων του εγκεφάλου, γνωστά ως νευροδιαβιβαστές, όπως η σεροτονίνη, η ντοπαμίνη, η νορεπινεφρίνη, σημαντικοί για την έκφραση συμπεριφορικών χαρακτηριστικών της επιθετικότητας, της συναισθηματικής και γνωσιακής διαμόρφωσης του ατόμου.
Το MAO-A-L συμβάλλει στη διαμόρφωση υψηλών συγκεντρώσεων μη μεταβολιζόμενων νευροδιαβιβαστών λόγω της χαμηλής δραστικότητάς του στον εγκέφαλο. Πειράματα με διαγονιδιακά ποντίκια στα οποία είχε απενεργοποιηθεί το MAO-A έδειξαν αλλαγές στον εγκέφαλο των αρσενικών και αυξημένη επιθετικότητα· όπως και σε άλλα πειραματόζωα, αν και δεν έχει συνδεθεί ακόμα άμεσα με τη βία, φωτίζεται όμως όλο και περισσότερο η συμπεριφορική δυναμική του όταν συνδεθεί με την παιδική κακομεταχείριση/κακοποίηση· ο παράγοντας αυτός βρέθηκε να 'ναι σημαντικός στην εκδήλωση βίας σε μεγαλύτερες ηλικίες από φορείς του MAO-A-L.
Γιατί επηρεάζει περισσότερο τους άνδρες
Το εν λόγω γονίδιο βρίσκεται στο X χρωμόσωμα, που καθορίζει το φύλο, και επηρεάζει δυσανάλογα περισσότερο τους άνδρες, οι οποίοι έχουν μόνο ένα X και καθίστανται περισσότερο επιρρεπείς στη δράση του γονιδίου. Το MAO-A γονίδιο, παρ' όλο που δεν έχει μελετηθεί άμεσα με νευροαπεικονιστικές τεχνικές ως προς την επίδρασή του στον εγκέφαλο, συνδέεται με την πρόκληση υπερευαισθησίας της αμυγδαλής (PNAS 2006) κατά τις συναισθηματικές εκρήξεις. Είναι δε πιθανόν να επηρεάζει τη διαμόρφωση νευρωνικών δικτύων του εγκεφάλου, με αποτέλεσμα την απόκλιση από τον αυτοέλεγχο της βίας. Η πρώτη ισχυρή ένδειξη εμπλοκής του στη βία αποκαλύφθηκε το 2002 από τη μελέτη μιας μεγάλης ολλανδικής οικογένειας, στην οποία μερικά άτομα-φορείς του MAO-A-L είχαν εκδηλώσει αποκλίνουσα συμπεριφορά. Αλλη μετάλλαξη ενός γονιδίου, του HTR2B, που παρεμποδίζει τη σύνθεση του υποδοχέα 2B της σεροτονίνης, έχει συνδεθεί με τη βία/ εγκληματικότητα σε βιαιοπραγήσαντες Φινλανδούς, φορείς της μετάλλαξης, που όμως είχαν καταναλώσει προηγουμένως αλκοόλ. Σχετικά πειράματα σε ποντίκια με απενεργοποιημένο το γονίδιο αυτό έδειξαν την καταγραφή μεγαλύτερης παρορμητικής επιθετικότητας. Πρόσθετοι γενετικοί «πολεμικοί» πολυμορφισμοί, όπως του γονιδίου DAT1 και DRD2 για τον μεταφορέα και τον υποδοχέα, αντίστοιχα, της ντοπαμίνης, έχουν αποκαλυφθεί· και στην περίπτωση αυτή η αποκλίνουσα συμπεριφορά εκδηλωνόταν μόνο όταν τα μικρά αγόρια βίωναν ορισμένα στρες, όπως οικογενειακή καταπίεση, χαμηλή δημοτικότητα και σχολική αποτυχία.
Προσοχή στο σχολείο και στο Internet
Το χαρακτηριστικό λοιπόν της βίας είναι πολυσύνθετο και πολυπαραγοντικό - με την ανίχνευση κάποιας γενετικής προδιάθεσης να παίζει ρόλο, αλλά και με το περιβάλλον επίσης, μέσω της αντίδρασής του με τον γενότυπο. Σχετικές μελέτες άλλωστε υποστηρίζουν ότι η διαμόρφωση της προσωπικότητας εξαρτάται μόνο κατά 50% περίπου από το γενετικό προφίλ. Γι' αυτό ο αυξανόμενος σχολικός και διαδικτυακός εκφοβισμός μπορεί να έχει σοβαρές μελλοντικές επιπτώσεις σε προδιαθεσικά προς τη βία και καταπιεσμένα παιδιά - το σύγχρονο πολιτισμικό κοκτέιλ χρήζει αναμφισβήτητα μεγάλης προσοχής, με την παραβατικότητα στα σχολεία να απαιτεί πρόληψη και σοβαρό έλεγχο από την Πολιτεία, αλλά και την οικογένεια.
Για τους λόγους αυτούς είναι χωρίς ιδιαίτερη σημασία η συζητούμενη αξιοποίηση της γενετικής της βίας στο δικαστήριο. Ούτε η περίπτωση του Adam Lanza, ο οποίος πρόσφατα σκότωσε 20 παιδιά και 7 ενηλίκους στο Newton του Connecticut, θα αποδώσει συμπεράσματα από τη γενετική μελέτη του, που επιχειρείται από πλειάδα γενετιστών. Γι' αυτό χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή σε τέτοιες έρευνες, που μπορεί να επεκταθούν και σε εθνικές ομάδες, φουντώνοντας τον ρατσισμό. Θα μπορούσε όμως η νέα αυτή γενετική γνώση να συμβάλει σε προληπτικές και θεραπευτικές πρακτικές; Πώς όμως; Να στιγματιστεί ένα «προδιαθεσικό στη βία παιδί»; Πώς να υποβληθεί επίσης σε θεραπεία χωρίς να είναι άρρωστο; Αλλωστε μια ελεγχόμενη επιθετικότητα και βία είναι το κληροδότημα των κυνηγών προγόνων μας, το οποίο τους «δώρισε» η φυσική επιλογή για λόγους επιβίωσης.
Γι' αυτό η βιοηθική της βίας είναι μια ταραγμένη και αντιπαραθετική περιοχή - διότι, πέραν των αναφερθέντων, η μεταφορά της γνώσης από τον ερευνητικό πάγκο, από τη βασική δηλαδή γνώση, στην κλινική εφαρμογή είναι επί του παρόντος δύσκολη για το εν λόγω θέμα. Αναμφίβολα πρέπει να προχωρήσει κι άλλο η ερευνητική προσπάθεια για να προσεγγίσουμε καλύτερα την επιστημονική πραγματικότητα. Προς το παρόν, και εν όψει της υπάρχουσας ερευνητικής γνώσης, πάλι αναδεικνύεται σε μείζονα παράγοντα η παιδεία, που πρέπει να απασχολήσει τους υπευθύνους για να προλάβουμε ανεπιθύμητες καταστάσεις στο μέλλον, αν και ήδη χαρακτηρίζουν το παρόν.
Ο κ. Σ. Ν. Αλαχιώτης είναι καθηγητής Γενετικής.
Πηγή: tovima.gr
Μια πρώτη σύνδεση, από το 1965, γενετικών-χρωμοσωματικών ανωμαλιών και βίας βασίστηκε στη συσχέτιση ατόμων XYY με αντικοινωνικές συμπεριφορές - σήμερα θεωρείται λαθεμένη. Μια πρώτη λοιπόν γενική προσέγγιση-προαπαίτηση αφορά την ανάδειξη του συντελεστή κληρονομησιμότητας της βίας, δηλαδή του μέρους εκείνου το οποίο εξαρτάται από τις γενετικές διαφορές μεταξύ των ατόμων - πρόσθετη προσέγγιση αφορά την ανίχνευση ενόχων «πολεμικών» γονιδίων και των μοριακών μηχανισμών τους. Σχετικές έρευνες βασίζονται επίσης στη μελέτη διδύμων και υιοθετημένων παιδιών.
Ζώα βίαια και... πιο βίαια
Σημαντικές είναι όμως και οι γενετικές μελέτες σε πειραματόζωα-μοντέλα, καθώς η βιοηθική θέαση τέτοιων ερευνών στον άνθρωπο προκαλεί έντονες αντιπαραθέσεις, λόγω ανεπαρκών ενδείξεων και αβασάνιστων γενικεύσεων, αλλά και μακρόχρονης παλαιότερης σύνδεσης της Γενετικής της Συμπεριφοράς με τον ρατσισμό και την ευγονική. Στο πλαίσιο αυτό εκτυλίσσονται πειράματα τεχνητής επιλογής σε πτηνά, σκύλους, ψάρια, ποντίκια κ.ά. και έχουν οδηγήσει στη δημιουργία στελεχών, στην επιλογή δηλαδή γονιδίων, που διαμορφώνουν μια πιο βίαιη συμπεριφορά. Με μία άλλη ερευνητική προσέγγιση, δημοσιευθείσα πρόσφατα στο «Nature», αποκαλύφθηκε ότι σε ένα είδος μυρμηγκιού υπάρχει ένας γενετικός πολυμορφισμός που ελέγχεται από το γονίδιο Gp-9, το οποίο προκαλεί κοινωνικό πολυμορφισμό, επηρεάζει δηλαδή την κοινωνική οργάνωση της αποικίας - το γονίδιο αυτό κληρονομείται μεντελικά και καθορίζει το αν οι «εργάτες/ιες» ανέχονται μία μόνο γονιμοποιημένη βασίλισσα ή περισσότερες.
Το ανθρώπινο «βίαιο» γονίδιο
Επανερχόμενοι στα καθ' ημάς, μια σύνδεση ενός συγκεκριμένου γενοτύπου και προδιάθεσης στη βία άρχισε να αποκαλύπτεται από τη δεκαετία του 1990, συνδεόμενη με το σύνδρομο Brunner. Το σχετικό ενδιαφέρον άρχισε να αναζωπυρώνεται το 2002 μέσω μιας έρευνας δημοσιευμένης στο Science, που αφορά το γονίδιο MAO-A, το οποίο ελέγχει τη σύνθεση του ενζύμου ΜονοΑμινική Οξειδάση Α που διασπά τη σεροτονίνη στον εγκέφαλο - μόριο που επηρεάζει τη διάθεσή μας και συνδέεται με το άγχος. Το εν λόγω γονίδιο, η έκφραση του οποίου επηρεάζεται από το περιβάλλον, βρέθηκε να έχει δύο αλληλόμορφα, τα οποία μορφοποιούνται από τον διαφορετικό αριθμό στενά συνδεδεμένων επαναλήψεων ορισμένων νουκλεοτιδίων στη ρυθμιστική περιοχή του.
Το αλληλόμορφο MAO-A-L προκαλεί χαμηλή δραστικότητα του ενζύμου, ενώ το MAO-A-H υψηλή, με αντίστοιχη αντανάκλαση υψηλής ή χαμηλής ενδοκυτταρικής συγκέντρωσης σεροτονίνης στον εγκέφαλο. Το MAO-A-L συνδέεται όλο και περισσότερο με την εκδήλωση αντικοινωνικής συμπεριφοράς - ρυθμίζει διάφορα χημικά μηνύματα τα οποία διακινούνται μεταξύ των νευρώνων του εγκεφάλου, γνωστά ως νευροδιαβιβαστές, όπως η σεροτονίνη, η ντοπαμίνη, η νορεπινεφρίνη, σημαντικοί για την έκφραση συμπεριφορικών χαρακτηριστικών της επιθετικότητας, της συναισθηματικής και γνωσιακής διαμόρφωσης του ατόμου.
Το MAO-A-L συμβάλλει στη διαμόρφωση υψηλών συγκεντρώσεων μη μεταβολιζόμενων νευροδιαβιβαστών λόγω της χαμηλής δραστικότητάς του στον εγκέφαλο. Πειράματα με διαγονιδιακά ποντίκια στα οποία είχε απενεργοποιηθεί το MAO-A έδειξαν αλλαγές στον εγκέφαλο των αρσενικών και αυξημένη επιθετικότητα· όπως και σε άλλα πειραματόζωα, αν και δεν έχει συνδεθεί ακόμα άμεσα με τη βία, φωτίζεται όμως όλο και περισσότερο η συμπεριφορική δυναμική του όταν συνδεθεί με την παιδική κακομεταχείριση/κακοποίηση· ο παράγοντας αυτός βρέθηκε να 'ναι σημαντικός στην εκδήλωση βίας σε μεγαλύτερες ηλικίες από φορείς του MAO-A-L.
Γιατί επηρεάζει περισσότερο τους άνδρες
Το εν λόγω γονίδιο βρίσκεται στο X χρωμόσωμα, που καθορίζει το φύλο, και επηρεάζει δυσανάλογα περισσότερο τους άνδρες, οι οποίοι έχουν μόνο ένα X και καθίστανται περισσότερο επιρρεπείς στη δράση του γονιδίου. Το MAO-A γονίδιο, παρ' όλο που δεν έχει μελετηθεί άμεσα με νευροαπεικονιστικές τεχνικές ως προς την επίδρασή του στον εγκέφαλο, συνδέεται με την πρόκληση υπερευαισθησίας της αμυγδαλής (PNAS 2006) κατά τις συναισθηματικές εκρήξεις. Είναι δε πιθανόν να επηρεάζει τη διαμόρφωση νευρωνικών δικτύων του εγκεφάλου, με αποτέλεσμα την απόκλιση από τον αυτοέλεγχο της βίας. Η πρώτη ισχυρή ένδειξη εμπλοκής του στη βία αποκαλύφθηκε το 2002 από τη μελέτη μιας μεγάλης ολλανδικής οικογένειας, στην οποία μερικά άτομα-φορείς του MAO-A-L είχαν εκδηλώσει αποκλίνουσα συμπεριφορά. Αλλη μετάλλαξη ενός γονιδίου, του HTR2B, που παρεμποδίζει τη σύνθεση του υποδοχέα 2B της σεροτονίνης, έχει συνδεθεί με τη βία/ εγκληματικότητα σε βιαιοπραγήσαντες Φινλανδούς, φορείς της μετάλλαξης, που όμως είχαν καταναλώσει προηγουμένως αλκοόλ. Σχετικά πειράματα σε ποντίκια με απενεργοποιημένο το γονίδιο αυτό έδειξαν την καταγραφή μεγαλύτερης παρορμητικής επιθετικότητας. Πρόσθετοι γενετικοί «πολεμικοί» πολυμορφισμοί, όπως του γονιδίου DAT1 και DRD2 για τον μεταφορέα και τον υποδοχέα, αντίστοιχα, της ντοπαμίνης, έχουν αποκαλυφθεί· και στην περίπτωση αυτή η αποκλίνουσα συμπεριφορά εκδηλωνόταν μόνο όταν τα μικρά αγόρια βίωναν ορισμένα στρες, όπως οικογενειακή καταπίεση, χαμηλή δημοτικότητα και σχολική αποτυχία.
Προσοχή στο σχολείο και στο Internet
Το χαρακτηριστικό λοιπόν της βίας είναι πολυσύνθετο και πολυπαραγοντικό - με την ανίχνευση κάποιας γενετικής προδιάθεσης να παίζει ρόλο, αλλά και με το περιβάλλον επίσης, μέσω της αντίδρασής του με τον γενότυπο. Σχετικές μελέτες άλλωστε υποστηρίζουν ότι η διαμόρφωση της προσωπικότητας εξαρτάται μόνο κατά 50% περίπου από το γενετικό προφίλ. Γι' αυτό ο αυξανόμενος σχολικός και διαδικτυακός εκφοβισμός μπορεί να έχει σοβαρές μελλοντικές επιπτώσεις σε προδιαθεσικά προς τη βία και καταπιεσμένα παιδιά - το σύγχρονο πολιτισμικό κοκτέιλ χρήζει αναμφισβήτητα μεγάλης προσοχής, με την παραβατικότητα στα σχολεία να απαιτεί πρόληψη και σοβαρό έλεγχο από την Πολιτεία, αλλά και την οικογένεια.
Για τους λόγους αυτούς είναι χωρίς ιδιαίτερη σημασία η συζητούμενη αξιοποίηση της γενετικής της βίας στο δικαστήριο. Ούτε η περίπτωση του Adam Lanza, ο οποίος πρόσφατα σκότωσε 20 παιδιά και 7 ενηλίκους στο Newton του Connecticut, θα αποδώσει συμπεράσματα από τη γενετική μελέτη του, που επιχειρείται από πλειάδα γενετιστών. Γι' αυτό χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή σε τέτοιες έρευνες, που μπορεί να επεκταθούν και σε εθνικές ομάδες, φουντώνοντας τον ρατσισμό. Θα μπορούσε όμως η νέα αυτή γενετική γνώση να συμβάλει σε προληπτικές και θεραπευτικές πρακτικές; Πώς όμως; Να στιγματιστεί ένα «προδιαθεσικό στη βία παιδί»; Πώς να υποβληθεί επίσης σε θεραπεία χωρίς να είναι άρρωστο; Αλλωστε μια ελεγχόμενη επιθετικότητα και βία είναι το κληροδότημα των κυνηγών προγόνων μας, το οποίο τους «δώρισε» η φυσική επιλογή για λόγους επιβίωσης.
Γι' αυτό η βιοηθική της βίας είναι μια ταραγμένη και αντιπαραθετική περιοχή - διότι, πέραν των αναφερθέντων, η μεταφορά της γνώσης από τον ερευνητικό πάγκο, από τη βασική δηλαδή γνώση, στην κλινική εφαρμογή είναι επί του παρόντος δύσκολη για το εν λόγω θέμα. Αναμφίβολα πρέπει να προχωρήσει κι άλλο η ερευνητική προσπάθεια για να προσεγγίσουμε καλύτερα την επιστημονική πραγματικότητα. Προς το παρόν, και εν όψει της υπάρχουσας ερευνητικής γνώσης, πάλι αναδεικνύεται σε μείζονα παράγοντα η παιδεία, που πρέπει να απασχολήσει τους υπευθύνους για να προλάβουμε ανεπιθύμητες καταστάσεις στο μέλλον, αν και ήδη χαρακτηρίζουν το παρόν.
Ο κ. Σ. Ν. Αλαχιώτης είναι καθηγητής Γενετικής.
Πηγή: tovima.gr