Εάν έχετε νιώσει ποτέ ότι θα θέλετε να αλλάξετε ένα γεγονός από την ιστορία, τότε ίσως σύντομα να έχετε αυτή τη δυνατότητα, καθώς ηλεκτρολόγοι μηχανικοί χρησιμοποίησαν λέιζερ για να δημιουργήσουν έναν χρονικό μανδύα που έχει την ιδιότητα να κρύβει δεδομένα επικοινωνίας σε μία «χρονότρυπα», και φαίνεται σαν να μην εστάλησαν ποτέ.
Οι επιστήμονες κατάφεραν να κρύψουν σχεδόν τα μισά δεδομένα (ποσοστό 46%) που μετέφερε το φως και ευελπιστούν ότι στο μέλλον θα βελτιώσουν κι άλλο την αποτελεσματικότητα της τεχνικής τους, η οποία στην ουσία «σβήνει» τα γεγονότα από την ιστορία, σαν να μην συνέβηκαν ποτέ.
Το 2010, ο Martin McCall, φυσικός στο Imperial College του Λονδίνου, και οι συνεργάτες του υποστήριξαν ότι ίσως να μπορεί να δημιουργηθεί ένας χρονικός μανδύας που θα έχει την ιδιότητα να δημιουργεί μικρά παράθυρα στο χρόνο κατά τη διάρκεια των οποίων θα μπορούν να πραγματοποιηθούν διάφορες λειτουργίες περνώντας απαρατήρητες. Το όλο σχέδιο βασίστηκε στη θεωρεία των μανδυών αορατότητας, που μπορούν να κρύβουν αντικείμενα στο χώρο κάμπτοντας τις ακτίνες φωτός γύρω τους. Όταν κάποιος κοιτάει από απόσταση, το φως φαίνεται να ταξιδεύει σε μία ευθεία γραμμή, χωρίς να χτυπάει κάποιο ενδιάμεσο αντικείμενο.
Πάνω σε αυτή τη βάση, η ομάδα του McCall υποστήριξε πως εάν διαχωρίσει τα κύματα φωτός στο χρόνο και στη συνέχεια τα συμπιέσει ξανά μαζί, τότε θα μπορεί να δημιουργήσει χρονικά κενά, τα οποία θα εξαφανίζουν διάφορα γεγονότα.
Πέρυσι, μία ομάδα ερευνητών με επικεφαλής τον φυσικό Alexander Gaeta του Πανεπιστημίου Cornell, κατάφερε να φτιάξει τον πρώτο λειτουργικό χρονικό μανδύα με τη χρήση παλμών λέιζερ. Τα «χρονοπαράθυρα», όμως, άνοιγαν εξαιρετικά σπάνια και διαρκούσαν μόλις μερικά picoseconds (1psec = 10-12 του δευτερολέπτου ήτοι 1 τρισεκατομμυριοστό του δευτερολέπτου) και δεν μπορούσαν να κρύψουν δεδομένα που έρχονταν με μεγάλη ταχύτητα.
Αυτή τη φορά, οι ερευνητές με επικεφαλής τον Joseph Lukens, ηλεκτρολόγο μηχανικό από το Πανεπιστήμιο Purdue της Ιντιάνα, κατάφεραν να «χειραγωγήσουν» το χρονισμό των παλμών του φωτός, με δεδομένο ότι το φως -που είναι ταυτόχρονα κύμα και σωματίδιο- διαδίδεται σαν τα κύματα της θάλασσας. Αν τη στιγμή που ένα κύμα ανεβαίνει, ένα άλλο κατεβαίνει και όταν συναντηθούν, αυτή η συμβολή οδηγεί στην αλληλοεξουδετέρωσή τους.
Χρησιμοποιώντας κάτι ανάλογο με το φως, οι Αμερικανοί επιστήμονες πέτυχαν να δημιουργήσουν «τρύπες» του φωτός, εξαφανίζοντας μέσα σε αυτές τα δεδομένα που μεταφέρει το φως μέσω των οπτικών ινών. Οι «χρονικές τρύπες» -δηλαδή η απόκρυψη των πληροφοριών- είναι δυνατό να επαναλαμβάνονται με συχνότητα 12,7 gigabits ανά δευτερόλεπτο, ταχύτητα κατάλληλη για εμπορικές εφαρμογές.
Η ομάδα στηρίχτηκε στο κυματικό φαινόμενο που πρωτοανακαλύφθηκε από τον βρετανό εφευρέτη Henry Fox Talbot το 1836. Όταν ένα κύμα φωτός περνάει από μία σειρά παράλληλων σχισμών τότε διαχωρίζεται. Οι ακτίνες που βγαίνουν από τις σχισμές ενώνονται πάλι στην άλλη πλευρά και σχηματίζουν ένα πολύπλοκο σχέδιο από κορυφές και κοιλώματα. Ο Talbot ανακάλυψε πως αυτό το μοτίβο επαναλαμβάνεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα, δημιουργώντας το λεγόμενο χαλί του Talbot.
Στη θεωρία, ο συγκεκριμένος μανδύας θα μπορούσε να πάει την ασφάλεια της μετάδοσης δεδομένων μέσω οπτικών ινών σε ένα άλλο επίπεδο, καθώς «εξαφανίζει» τα μεταφερόμενα δεδομένα και κάνει έτσι δύσκολη τη ζωή σε όσους θα ήθελαν να κρυφακούσουν και να υποκλέψουν στοιχεία. Οι ωτακουστές δεν θα συνειδητοποιήσουν ότι το σήμα έχει καμουφλαριστεί, επειδή δεν φαίνεται καθόλου ότι κάποιο σήμα έχει σταλεί. Πηγή: enet.gr
Οι επιστήμονες κατάφεραν να κρύψουν σχεδόν τα μισά δεδομένα (ποσοστό 46%) που μετέφερε το φως και ευελπιστούν ότι στο μέλλον θα βελτιώσουν κι άλλο την αποτελεσματικότητα της τεχνικής τους, η οποία στην ουσία «σβήνει» τα γεγονότα από την ιστορία, σαν να μην συνέβηκαν ποτέ.
Το 2010, ο Martin McCall, φυσικός στο Imperial College του Λονδίνου, και οι συνεργάτες του υποστήριξαν ότι ίσως να μπορεί να δημιουργηθεί ένας χρονικός μανδύας που θα έχει την ιδιότητα να δημιουργεί μικρά παράθυρα στο χρόνο κατά τη διάρκεια των οποίων θα μπορούν να πραγματοποιηθούν διάφορες λειτουργίες περνώντας απαρατήρητες. Το όλο σχέδιο βασίστηκε στη θεωρεία των μανδυών αορατότητας, που μπορούν να κρύβουν αντικείμενα στο χώρο κάμπτοντας τις ακτίνες φωτός γύρω τους. Όταν κάποιος κοιτάει από απόσταση, το φως φαίνεται να ταξιδεύει σε μία ευθεία γραμμή, χωρίς να χτυπάει κάποιο ενδιάμεσο αντικείμενο.
Πάνω σε αυτή τη βάση, η ομάδα του McCall υποστήριξε πως εάν διαχωρίσει τα κύματα φωτός στο χρόνο και στη συνέχεια τα συμπιέσει ξανά μαζί, τότε θα μπορεί να δημιουργήσει χρονικά κενά, τα οποία θα εξαφανίζουν διάφορα γεγονότα.
Πέρυσι, μία ομάδα ερευνητών με επικεφαλής τον φυσικό Alexander Gaeta του Πανεπιστημίου Cornell, κατάφερε να φτιάξει τον πρώτο λειτουργικό χρονικό μανδύα με τη χρήση παλμών λέιζερ. Τα «χρονοπαράθυρα», όμως, άνοιγαν εξαιρετικά σπάνια και διαρκούσαν μόλις μερικά picoseconds (1psec = 10-12 του δευτερολέπτου ήτοι 1 τρισεκατομμυριοστό του δευτερολέπτου) και δεν μπορούσαν να κρύψουν δεδομένα που έρχονταν με μεγάλη ταχύτητα.
Αυτή τη φορά, οι ερευνητές με επικεφαλής τον Joseph Lukens, ηλεκτρολόγο μηχανικό από το Πανεπιστήμιο Purdue της Ιντιάνα, κατάφεραν να «χειραγωγήσουν» το χρονισμό των παλμών του φωτός, με δεδομένο ότι το φως -που είναι ταυτόχρονα κύμα και σωματίδιο- διαδίδεται σαν τα κύματα της θάλασσας. Αν τη στιγμή που ένα κύμα ανεβαίνει, ένα άλλο κατεβαίνει και όταν συναντηθούν, αυτή η συμβολή οδηγεί στην αλληλοεξουδετέρωσή τους.
Χρησιμοποιώντας κάτι ανάλογο με το φως, οι Αμερικανοί επιστήμονες πέτυχαν να δημιουργήσουν «τρύπες» του φωτός, εξαφανίζοντας μέσα σε αυτές τα δεδομένα που μεταφέρει το φως μέσω των οπτικών ινών. Οι «χρονικές τρύπες» -δηλαδή η απόκρυψη των πληροφοριών- είναι δυνατό να επαναλαμβάνονται με συχνότητα 12,7 gigabits ανά δευτερόλεπτο, ταχύτητα κατάλληλη για εμπορικές εφαρμογές.
Η ομάδα στηρίχτηκε στο κυματικό φαινόμενο που πρωτοανακαλύφθηκε από τον βρετανό εφευρέτη Henry Fox Talbot το 1836. Όταν ένα κύμα φωτός περνάει από μία σειρά παράλληλων σχισμών τότε διαχωρίζεται. Οι ακτίνες που βγαίνουν από τις σχισμές ενώνονται πάλι στην άλλη πλευρά και σχηματίζουν ένα πολύπλοκο σχέδιο από κορυφές και κοιλώματα. Ο Talbot ανακάλυψε πως αυτό το μοτίβο επαναλαμβάνεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα, δημιουργώντας το λεγόμενο χαλί του Talbot.
Στη θεωρία, ο συγκεκριμένος μανδύας θα μπορούσε να πάει την ασφάλεια της μετάδοσης δεδομένων μέσω οπτικών ινών σε ένα άλλο επίπεδο, καθώς «εξαφανίζει» τα μεταφερόμενα δεδομένα και κάνει έτσι δύσκολη τη ζωή σε όσους θα ήθελαν να κρυφακούσουν και να υποκλέψουν στοιχεία. Οι ωτακουστές δεν θα συνειδητοποιήσουν ότι το σήμα έχει καμουφλαριστεί, επειδή δεν φαίνεται καθόλου ότι κάποιο σήμα έχει σταλεί. Πηγή: enet.gr